Τρίτη 7 Ιουνίου 2011

Crabby Old Man

When an old man died in the geriatric ward of a nursinghome in Moosomin, Saskatchewan, it was believed that he had nothing left of any value. Later, when the nurses were going through his meagre possessions, they found this poem. Its quality and content so impressed the staff that copies were made and distributed to every nurse in the hospital.
One nurse took her copy to Alberta .The old man's sole bequest to posterity has since appeared in the Christmas edition of the News Magazine of the St. Louis Association for Mental Health. A slide presentation has also been made based on his simple, but eloquent, poem.
And this little old man, with nothing left to give to the world, is now the author of this 'anonymous' poem winging across the Internet.


Crabby Old Man

What do you see nurses? . . . .. . What do you see?
What are you thinking . . . . . when you're looking at me?
A crabby old man . .. . .. . not very wise,
Uncertain of habit . . . . . with faraway eyes?

Who dribbles his food . . . . . and makes no reply.
When you say in a loud voice . . . . . 'I do wish you'd try!'
Who seems not to notice .. .. . .. . the things that you do.
And forever is losing . . . . . A sock or shoe?

Who, resisting or not .. . . . . lets you do as you will,
With bathing and feeding . . . . . The long day to fill?
Is that what you're thinking? . .. . . . Is that what you see?
Then open your eyes, nurse . . . . . you're not looking at me..

I'll tell you who I am. . . .. . . As I sit here so still,
As I do at your bidding, . . . . . as I eat at your will.
I'm a small child of Ten . . .. . . with a father and mother,
Brothers and sisters . . . . .. who love one another.

A young boy of Sixteen . . . . with wings on his feet.
Dreaming that soon now . . . . . a lover he'll meet.
A groom soon at Twenty . . . . . my heart gives a leap.
Remembering, the vows . . . . . that I promised to keep.

At Twenty-Five, now . . .. . . I have young of my own.
Who need me to guide . . . . .. And a secure happy home.
A man of Thirty . . . . . My young now grown fast,
Bound to each other . . . .. . With ties that should last.

At Forty, my young sons . . . . . have grown and are gone,
But my woman's beside me . . . .. . to see I don't mourn.
At Fifty, once more, babies play 'round my knee,
Again, we know children . . . . .. My loved one and me.

Dark days are upon me . . . . . my wife is now dead.
I look at the future . . . . . shudder with dread.
For my young are all rearing . .. . . . young of their own.
And I think of the years . . . . . and the love that I've known.

I'm now an old man . . . . .. and nature is cruel.
'Tis jest to make old age . . . . . look like a fool.
The body, it crumbles . . . . . grace and vigor, depart.
There is now a stone . . . . where I once had a heart.

But inside this old carcass . . . . . a young guy still dwells,
And now and again . . . . . my battered heart swells.
I remember the joys . . . . . I remember the pain.
And I'm loving and living . . . .. . life over again.

I think of the years, all too few . .. . . . gone too fast.
And accept the stark fact . . .. . that nothing can last.
So open your eyes, people .. . ... . . open and see.
Not a crabby old man . .. . Look closer . . . see ME!!

Anonymous


Remember this poem when you next meet an older person who you might brush aside without looking at the young soul within.
We will all, one day, be there, too!
The best and most beautiful things of this world can't be seen or touched. They must be felt by the heart.

Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2011

Μία φωτογραφία: Το Μόντρεαλ


Έχω υποσχεθεί να δείξω αυτή τη φωτογραφία: Στο facebook βγαίνει πολύ μικρή και δεν μου αρέσει, ενώ είναι τόσο όμορφη! Αν ήξερα να επεξεργάζομαι τις φωτογραφίες, θα προσπαθούσα να την ισιώσω, αλλά ακόμα κι έτσι μου φαίνεται αριστούργημα.
(Πατήστε τον κένσορα πάνω στη φωτογραφία για να την ανοίξετε, και μετά ξαναπατήστε για να τη δείτε ολόκληρη)

Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011

Εξηγήσεις


Όταν άνοιξα το μπλογκ, σχεδόν ταυτόχρονα, άνοιξα και προφιλ στο facebook, περίπου στα μέσα του Ιουλίου του 2009. Μετά τις καλοκαιρινές διακοπές στην Κύπρο, που περίμενα πώς και πώς, η συνάντηση με τα φαντάσματα του παρελθόντος με άφησε σοκαρισμένη και απογοητευμένη. Έσβησα τότε το μπλογκ και διέγραψα το προφίλ στο facebook.
Όμως οι καιροί και οι διαθεσεις αλλάζουν, κάποτε έγραφα στο μπλογκ αυτό σαν να ήταν το προσωπικό μου ημερολόγιο, τώρα μοιράζομαι τα πάντα με τον Ντάνιελ, και όλα έχουν περάσει σε δεύτερη μοίρα. Κι όταν αποφάσισα να συνεχίσω και πάλι με το μπλογκ, γνωρίζοντας οτι εκ των πραγμάτων δεν θα μπορούσα να το ανανεώνω τόσο συχνά όσο παλιά, βρήκα όλες τις αναρτήσεις διαγραμμένες, μιας και είχε περάσει -σχεδόν χωρίς να το καταλάβω- περισσότερος καιρός από τους επιτρεπόμενους 3 μήνες, και έπρεπε να το στήσω από την αρχή.
Αυτό όμως δεν συνέβη με το προφίλ στο facebook, που το βρήκα όπως το είχα αφήσει. Μόνη μου διέγραψα όλες τις επαφές και τις ανακοινώσεις, μία -μία, και το άρχισα από την αρχή.
Όπως άρχισα την ζωή μου, από την αρχή.